Γίνε Μέλος
Ανάλαβε Δράση
Ενίσχυσέ Μας
Ανακοινώσεις
Εκδηλώσεις
Αρθρογραφία
Επικοινωνία
Menu Icon
Layout Image

Mαρίνες στο Αιγαίο υπό τουρκικό έλεγχο. Σε ποιον ανήκει η μαρίνα Πυθαγορείου;

25 Νοεμβρίου 2020 12:09 ΜΜ

της Ελένης Γ. Γούλα

Η λειτουργία μαρίνας στο Πυθαγόρειο αποτελούσε αίτημα της δημοτικής αρχής ήδη από τη δεκαετία του 1970. Το όνειρο αυτό άρχισε να υλοποιείται στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η θέση, στην περιοχή «Καρμπόβολο», όπου σήμερα υπάρχει η μαρίνα Πυθαγορείου, προτάθηκε από την αρχαιολογική υπηρεσία, έλαβε την έγκριση του ΚΑΣ, το έργο εντάχτηκε στον τότε ΕΟΤ και ξεκίνησε η κατασκευή του  με χρηματοδότηση προγραμμάτων ΜΟΠ, κρατικούς-εθνικούς πόρους και χρήματα του πακέτου Ντελόρ.

Παράλληλα την περίοδο εκείνη, συγκεκριμένα επί υπουργίας Τρίτση, είναι σε εφαρμογή το πρόγραμμα Επιχειρηματική Πολεοδομική Ανασυγκρότηση (ΕΠΑ) στο οποίο περιλαμβάνεται, από το Δήμο Πυθαγορείου επί δημαρχίας Μάρκου, και η αστική επέκταση του Πυθαγορείου. Γίνεται μελέτη προσαρμογής του σχεδίου πόλης στις χερσαίες ζώνες της μαρίνας και μελέτη βιολογικού καθαρισμού (υλοποιήθηκε το 1994) στον Κάβο Φονιά,  όπου ήδη χύνονταν τα λύματα του Πυθαγορείου – αν και περιοχή ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Το 1995 ο Δήμος Πυθαγορείου (επί δημαρχίας Μάρκου), κάνει αίτημα προς τον ΕΟΤ και την κυβέρνηση να παραχωρηθεί η μαρίνα Πυθαγορείου στον Δήμο Πυθαγορείου. Παράλληλα γίνονται άτυπες συνεννοήσεις με τον Δήμο της Κω για τη δημιουργία μιας διαδημοτικής εκμετάλλευσης δημοτικών μαρινών των νησιών του Ανατ. Αιγαίου. Τα σχέδια όμως ματαιώνονται απότομα με την κυβέρνηση Σημίτη.

Η μαρίνα Πυθαγορείου, όπως επίσης της Μυτιλήνης, του Φλοίσβου και αρκετές άλλες, εντάσσονται στην κατηγορία μαρινών που δεν ανήκουν στο ΤΑΙΠΕΔ, καθώς είχαν ιδιωτικοποιηθεί αρκετά χρόνια πριν από τη σύσταση του Ταμείου το 2011. Η μαρίνα Πυθαγορείου, συγκεκριμένα,  ιδιωτικοποιήθηκε τη δεκαετία του 1990 επί κυβέρνησης Σημίτη, όταν είχε ολοκληρωθεί ο μεγαλύτερος όγκος του έργου, δηλ. η λιμενική διαμόρφωση. Η εταιρεία («Δήλος Μαρίνες ΑΕ», θυγατρική της «Τεχνικής Ολυμπιακής ΑΕ» του Στέγγου), μετά από δημοπρασία του ΕΟΤ, ανέλαβε το 2001 την εκμετάλλευση – διαχείριση της μαρίνας Πυθαγορείου και είχε υποχρέωση να ολοκληρώσει τη χερσαία υποδομή του χώρου (κτηριακές και εργαστηριακές εγκαταστάσεις). Απαιτήθηκε και επιτεύχθηκε τότε η συμμετοχή του Δήμου Πυθαγορείου με τους εξής όρους: α) ποσοστό μετοχών 3% δωρεάν, β) ο εκάστοτε δήμαρχος Πυθαγορείου να συμμετέχει στο ΔΣ της εταιρείας (το οποίο ήταν πολυμελές), προκειμένου να μπορεί ο Δήμος να ασκεί έλεγχο στις δραστηριότητες του ιδιώτη και να έχει δικαίωμα βέτο.

Η πολιτική, όμως, των μνημονιακών χρόνων, όπως αυτή διατυπώνεται καθαρά από τον Στουρνάρα, είναι «παγκοσμιοποίηση άνευ όρων». Δηλαδή αποκρατικοποιήσεις άνευ όρων, όπως συμβαίνει και με τη μαρίνα Πυθαγορείου.

Το 2013 η μητρική εταιρεία «Τεχνική Ολυμπιακή ΑΕ» συγχωνεύει τρεις (3) μικρότερες θυγατρικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων και η «Δήλος Μαρίνες ΑΕ», και δημιουργεί μια νέα θυγατρική με την επωνυμία «Σάμος Πυθαγόρειο Μαρίνα ΑΕ» με σκοπό τη μελέτη, κατασκευή, διαχείριση και εκμετάλλευση της μαρίνας για 43 χρόνια. Η σύστασή της δημοσιεύεται τον Απρίλιο του 2013 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και το τριμελές Δ.Σ. αποτελείται από τους Μαργαρόπουλο Ν., Αναστασόπουλο Φ. και Λιγνού Αικ. Μετά τη συγχώνευση και τη σύσταση της νέας θυγατρικής εταιρείας της «Τεχνική Ολυμπιακή ΑΕ», οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης αποκλείστηκαν από το Δ.Σ. και το μετοχικό κεφάλαιο του Δήμου συρρικνώθηκε στο 0,3% (από το 3% που ήταν πριν). Μάλιστα, όπως προκύπτει από έγγραφο του Δήμου Σάμου το 2013, το μικρό αυτό ποσοστό παραχωρήθηκε στο Δήμο Σάμου «ως αντάλλαγμα της συμπαράστασης του Δήμου στον επιχειρηματικό σχεδιασμό», καθώς η εταιρεία «Δήλος Μαρίνες ΑΕ» που συγχωνεύτηκε, κάλυψε το χρηματικό ποσό που αναλογούσε στον Δήμο Σάμου για τις μετοχές του 3% (το μετοχικό κεφάλαιο της νέας εταιρείας είχε καθοριστεί στα 24.000 ευρώ με 2.400 μετοχές, και η αξία της κάθε μετοχής ήταν 10 ευρώ). Στις 14 Ιουνίου του 2013 τροποποιούνται δύο άρθρα (αρ.17 & 18) του καταστατικού της εταιρείας, που δημοσιοποιούνται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η κάλυψη και η πληρωμή του αρχικού κεφαλαίου γίνεται εξολοκλήρου από τουρκική εταιρεία, την «Setur Servis Touristik Anonim Sirketi” (αρ. 17) και τις θέσεις του Δ.Σ. αναλαμβάνουν τρεις Τούρκοι εκπρόσωποι της Setur (αρ.18), οι  Ibrahim Tamer Hasimoglou (πρόεδρος), Ustum Ozbey (αντιπρόεδρος), Saim Emre Dorouk (δ/νων σύμβουλος). Βάση αυτού, η τουρκική εταιρεία Setur -θυγατρική του ομίλου μαμούθ Dogus- που ειδικεύεται στην αξιοποίηση μαρινών και στις απέναντι τουρκικές ακτές, απέκτησε το 100% της μαρίνας Πυθαγορείου (η “Τεχνική Ολυμπιακή ΑΕ” είχε το 97,20% του μετοχικού κεφαλαίου της νέας θυγατρικής της που πούλησε στη Setur).

Ο όμιλος Dogus αποτελείται από 200 εταιρείες με 35.000 εργαζομένους σε όλο τον κόσμο. Ιδιοκτήτης είναι ο Τούρκος δισεκατομμυριούχος Φερίτ Σαχένκ, κάτοικος Κωνσταντινούπολης (παντρεμένος με Αμερικανίδα). Είναι ο τέταρτος πλουσιότερος άνθρωπος στην Τουρκία (με προσωπική περιουσία πάνω από 3 δισεκατομμύρια δολάρια) και κατατάσσεται στην 395η θέση της λίστας με τους δισεκατομμυριούχους του πλανήτη (λίστα του περιοδικού «Forbes» 2016). Ο όμιλος, εκτός από μαρίνες, επενδύει σε τηλεοπτικά δίκτυα της Τουρκίας, περιοδικά (τουρκικές εκδόσεις του National Geograpfic & Vogue), αυτοκίνητα (Lamborghini, Bugatti, Porsche, Bentley, Audi), ξενοδοχεία (Grand Hyatt, Park Hyatt, Maritim Hotel, Grand Azur), τρόφιμα κ.α.

Η αγορά της μαρίνας Πυθαγορείου από τουρκική εταιρεία έγινε γνωστή και, την εποχή εκείνη, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις σε διάφορα επίπεδα: από κόμματα της αντιπολίτευσης (επερώτηση Τέρενς Κουίκ), από την τοπική κοινωνία και από την Περιφέρεια, η οποία διαμαρτυρήθηκε στο Υπ. Άμυνας. Η τότε Υπουργός, κα Κεφαλογιάννη, επικαλέστηκε το νόμο 1892/90 περί απαγόρευσης δικαιοπραξιών σε παραμεθόριες περιοχές, και, όπως δήλωσε στο Βουλή σε σχετική επερώτηση, η εταιρεία για την αποκατάσταση θα πρέπει να απευθύνει αίτημα προς το Υπ. Άμυνας, το οποίο είναι αρμόδιο, για την άρση της απαγόρευσης. Ουσιαστικά, η κα Κεφαλογιάννη προσωρινά «μπλόκαρε» τη διαδικασία –όπως για επικοινωνιακούς λόγους παρουσιάστηκε- καθώς ο νόμος που επικαλέστηκε άφηνε το περιθώριο αγοραπωλησιών με υπηκόους χωρών εκτός Ε.Ε. αν χορηγούνταν ειδική άδεια.

Το επόμενο διάστημα ακολούθησε εισαγγελική έρευνα για το θέμα αυτό, η πορεία και το πόρισμα της οποίας παραμένουν ακόμη άγνωστα. Επίσης, άγνωστο προς το παρόν είναι αν η εταιρεία έχει καταβάλει τα αντίστοιχα δημοτικά τέλη που της αναλογούν στον οικείο δήμο.

Σύμφωνα με τοπική δημοσιογραφική εκπομπή, τους θερινούς μήνες του 2020, τουρκική εταιρεία έδωσε εντολή σε ελληνική τοπογραφική εταιρεία να πραγματοποιήσει την τοπογραφική αποτύπωση της μαρίνας Πυθαγορείου. Αν αυτό ευσταθεί, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το «μπλοκάρισμα» της διαδικασίας που είχε επιβληθεί το 2013 από το Υπ. Άμυνας, ξεπεράστηκε. Είναι εύλογο αυτό, καθώς η τροποποίηση το 2011 του ν. 1892/90 (αρ. 14 του Ν.3978/2011), αντί του κριτηρίου της εθνικότητας και της ιθαγένειας, βάσει του οποίου δικαιοπραξίες στη παραμεθόριο απαγορεύονταν για πρόσωπα  και επιχειρήσεις τρίτων χωρών εκτός Ε.Ε., έδινε τώρα το δικαίωμα δικαιοπραξίας αν η έδρα της επιχείρησης βρισκόταν σε χώρα της Ε.Ε. Kάτι πολύ πιθανό για τον όμιλο Dogus, που κάνει χρυσές δουλειές στην Ελλάδα, θυγατρική του οποίου είναι η εταιρεία Setur, η οποία κατέχει όχι μόνο τη μαρίνα Πυθαγορείου, αλλά και της Μυτιλήνης.

Αυτό εξάλλου αποδεικνύει και η περίπτωση της μαρίνας Μυτιλήνης, για την πώληση της οποίας σε τουρκική εταιρεία καυχιόταν ο Άδ. Γεωργιάδης. Τον Οκτώβριο του 2019 υπογράφτηκε η μίσθωση για 40 χρόνια της μαρίνας στην ανάδοχο κοινοπραξία των εταιρειών KAE με τη διακριτική επωνυμία Folli Follie Group & Setur Servis Turistik. Η κοινοπραξία εκπροσωπείται από τους Γεώργιο Κουτσολιούτσο, πρόεδρο Μαρίνας Μυτιλήνης Α.Ε. με ποσοστό 50%, και İbrahim Tamer Haşimoğlu, αντιπρόεδρο Μαρίνας Μυτιλήνης με ποσοστό 49%. Το ετήσιο μίσθωμα ανέρχεται στα 250.000 ευρώ.

Αξιοποιώντας τις διευκολύνσεις της ελληνικής νομοθεσίας υπό καθεστώς πάντοτε μνημονιακών δεσμεύσεων, ο Dogus, ένας όμιλος μαμούθ  τουρκικών συμφερόντων, έχει αποκτήσει ιδιοκτησιακά δικαιώματα σε πλήθος μαρινών της χώρας (Φλοίσβου, Βουλιαγμένης, Ζέας, Λευκάδας, Κέρκυρας, Πυθαγορείου, Μυτιλήνης). Η εταιρεία D-Marine Investments Holding B.V. του ομίλου Dogus συνέπραξε με ποσοστό 50% με τη Lamda Development στη δημιουργία κοινής εταιρείας που επενδύει κυρίως σε τουριστικές μαρίνες αυξάνοντας σημαντικά το δυναμικό της σε σκάφη, αγόρασε μετοχικό κεφάλαιο άλλων εταιρειών, όπως της MedMarinas του Κυριακούλη ή συμμετέχει σε μεγάλα επενδυτικά σχήματα, όπως το Jermyn Street. Παράλληλα, όπως είδαμε, θυγατρικές εταιρείες του ομίλου συνεργάζονται με ελληνικές εταιρείες, που ουσιαστικά λειτουργούν ως προμετωπίδα και ενδιάμεσοι.

Ο όμιλος Dogus (μητρικός της Setur), είχε επίσης τα τελευταία χρόνια επιδείξει ενδιαφέρον και παρουσιαζόταν ως υποψήφιος επενδυτής και για την μαρίνα Χίου, η οποία ανήκε στο ΤΑΙΠΕΔ.  Η μαρίνα της Χίου είναι η πρώτη από τον κατάλογο μαρινών του ΤΑΙΠΕΔ, της οποίας ο διαγωνισμός τελεσφόρησε τον Αύγουστο του 2019. Με αντίτιμο 6,1 εκ. ευρώ παραχωρήθηκε στην κοινοπραξία «Μαρίνα Χίου ΑΕ», η οποία ανήκει στο επενδυτικό σχήμα Avlum Enterprises Company Limited –  Ιωάννης & Ηλίας Δ. Τέφας Ναυπηγοπλαστική ΑΕΒΕ- Κλεοπάτρα Μαρίνα- Τουριστικός Λιμένας Πρέβεζας Α.Ε. Στο Δ.Σ. της Avlum Enterprises, μιας offshore εταιρείας με έδρα στην Κύπρο, μετέχει ο Νικόλαος Τσάκος, γιος του Χίου εφοπλιστή καπετάν Παναγιώτη Τσάκου και ιδρυτή του ομίλου Tsakos group που δραστηριοποιείται στις θαλάσσιες μεταφορές. Δεν είναι όμως γνωστά τα άλλα μέλη του Δ.Σ. της Avlum Enterprises και η εθνικότητα αυτών, ούτε το ποσοστό που ο όμιλος Tsakos group κατέχει στην Alvum, η οποία φαίνεται να είναι η κύρια εταιρεία στο επενδυτικό σχήμα «Μαρίνα Χίου ΑΕ».

Στο χαρτοφυλάκιο των μαρινών του ΤΑΙΠΕΔ ανήκουν 48 (τουλάχιστον) μαρίνες που χωρίζονται σε εννέα ομάδες και, ήδη από το 2013, υπάρχει ένα πλήρες σχέδιο αξιοποίησης τους με την κωδική ονομασία «Νηρηίδες», ένα φιλόδοξο σχέδιο που μέχρι σήμερα δεν έχει πραγματωθεί (με εξαίρεση την Χίο που τελεσφόρησε). Στο χαρτοφυλάκιο και στο σχέδιο «Νηρηίδες» περιλαμβάνονται επίσης οι μαρίνες Μαραθοκάμπου Σάμου, Αγ. Κηρύκου Ικαρίας και Θάσου.

Αναλυτές του 2020 χαρακτηρίζουν τις μαρίνες  «τουριστικό χρυσωρυχείο», που δεν έχει εκμεταλλευτεί καμιά κυβέρνηση. Εκτιμάται ότι τα έσοδα από το θαλάσσιο τουρισμό ανέρχονται στα 1,9 δισ., αν υπολογιστεί το άμεσο και το έμμεσο αποτέλεσμα, δηλαδή ό,τι καταναλώνουν οι κάτοχοι, οι επιβάτες και το πλήρωμα ενός σκάφους στη στεριά, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, κ. Άρη Ξενόφο, «οι ιδιωτικές επενδύσεις στις ελληνικές μαρίνες συμβάλλουν καθοριστικά στην ενδυνάμωση της τουριστικής βιομηχανίας της χώρας» και η δημιουργική αξιοποίηση του συνόλου των μαρινών της χώρας μπορεί να αποτελέσει «μια νέα ανταγωνιστική επιλογή απέναντι στις προτάσεις που προσφέρουν οι γειτονικές χώρες.». Τα έσοδα από τις μαρίνες διαχέονται σους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε αυτές. Όπως σημειώνει ο πρόεδρος της Ένωσης Μαρινών Ελλάδας, κ. Κατσικάδης (ο οποίος τυχαίνει να είναι και  διευθύνων Σύμβουλος της Lamda Flisvos marina ΑΕ), για μια αγορά της τάξεως των 50 εκατ. ευρώ, όπως περίπου υπολογίζονται οι ελληνικές μαρίνες, διαχέονται  τουλάχιστον 400 εκατ. στους  διάφορους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στις μαρίνες. Διαπιστώνει επίσης, πραγματική αύξηση  της  ζήτησης θέσεων για ελλιμενισμό σκαφών στις μαρίνες την οποία οφείλει να εκμεταλλευτεί η Ελλάδα διατηρώντας το πλεονέκτημα παροχής  ασφαλούς περιβάλλοντος για τον ιδιοκτήτη σκάφους και τον τουρίστα, καθώς, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά «ο τουρισμός έχει ευαισθησία στις οικονομικές και γεωπολιτικές μεταβολές». Επεσήμανε επίσης ότι ένα από τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ιδιοκτήτες που διαχειρίζονται μαρίνες, είναι το υψηλό ενοίκιο προς το Δημόσιο,  προτείνοντας εμμέσως μείωση, από το 60% των ετήσιων δαπανών που ισχύει στην Ελλάδα, στο 7% που ισχυρίζεται ότι είναι ο μέσος όρος παγκοσμίως. Η υψηλή φορολογία, σε σχέση με τα όσα ισχύουν σε χώρες όπως η Τουρκία και η Κροατία, καθιστούν την Ελλάδα λιγότερο ανταγωνιστική όσον αφορά την προσέλκυση σκαφών αναψυχής.

Βλέπουμε, λοιπόν, πως οι μαρίνες είναι πράγματι «χρυσωρυχείο» – προς όφελος όμως των επενδυτών, των αγοραστών, και όχι του Δημοσίου. Παράλληλα, σιγά σιγά διασαφηνίζονται οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, κυρίως νομοθετικές, που θα κάνουν πιο δελεαστικό το ξεπούλημα αυτού του χρυσωρυχείου.

Όμως, μπροστά στη φρενίτιδα της άνευ όρων παγκοσμιοποίησης, των αποκρατικοποιήσεων και του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, παραβλέπεται κάτι σημαντικό: Οι μαρίνες στις παραμεθόριες περιοχές συνδέονται άμεσα με την εθνική κυριαρχία, καθώς εντάσσονται στο χειμέριο κύμα, όπως ονομάζεται το όριο μεταξύ στεριάς και θάλασσας. Το χειμέριο κύμα συγκαταλέγεται στα κυριαρχικά δικαιώματα μιας χώρας, και γι’ αυτό αρμόδιο είναι το Υπ. Εθνικής Άμυνας. Ως εκ τούτου οι αγοραπωλησίες μαρινών στην παραμεθόριο είναι παράνομες, κάτω από όποιο καθεστώς κι αν γίνονται.

Δεδομένου των ευαίσθητων ισορροπιών στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και της έντασης που τους τελευταίους μήνες παρατηρείται στο Αν. Αιγαίο εξαιτίας της τουρκικής προκλητικότητας, απόρροια της ενδοτικότητας των ελληνικών κυβερνήσεων, το ζήτημα είναι μείζον για λόγους εθνικής ασφάλειας. Εδώ και ένα μήνα ο τουρκικός αλιευτικός στόλος, υπό τις εντολές του Ερντογάν, οργώνει το Αιγαίο από τη Ρόδο ως τη Σαμοθράκη κι είναι ιδιαίτερα αισθητός και ορατός από τη Σάμο, η οποία απέχει μόνο 1,5 χιλιόμετρο από την Τουρκία.

Εγείρονται λοιπόν, ορισμένα εύλογα ερωτήματα που απαιτούν απάντηση από τις αρμόδιες αρχές:

Ποιο το ιδιοκτησιακό καθεστώς της μαρίνας Πυθαγορείου; Τι θα γίνει αν η μητρική εταιρεία «Τεχνική Ολυμπιακή ΑΕ» καταρρεύσει, καθώς φημολογείται ότι βρίσκεται ήδη σε αυτό το στάδιο;

Ποια τα έσοδα του Δήμου Αν. Σάμου από την ιδιωτικοποίηση της μαρίνας Πυθαγορείου; Η ανάδοχη εταιρεία καταβάλει τα δημοτικά τέλη που της αναλογούν στον οικείο Δήμο;

Ποια τα αναπτυξιακά σχέδια της Περιφέρειας για τις μαρίνες του Βορείου Αιγαίου γενικά, και ειδικά για τις μαρίνες της Σάμου (εντός κι εκτός ΤΑΙΠΕΔ), δηλ. τις μαρίνες Πυθαγορείου, Αγ. Κηρύκου Ικαρίας και  Μαραθοκάμπου Σάμου;

Τι ενέργειες έγιναν το 2013 από την Περιφέρεια Β. Αιγαίου προς το Υπ. Άμυνας και άλλες αρμόδιες αρχές αναφορικά με τη μαρίνα Πυθαγορείου; Για ποιο λόγο δεν επαναλαμβάνεται το αίτημα αυτό και τώρα για λόγους εθνικού συμφέροντος όσον αφορά τις μαρίνες Μυτιλήνης και Πυθαγορείου που έχουν μεταβιβαστεί σε όμιλο τουρκικών συμφερόντων;

Ποια η ευθύνη της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου καθώς και των Δήμων Σάμου και Μυτιλήνης, για τη μεταβίβαση των μαρινών Πυθαγορείου και Μυτιλήνης στην τουρκική εταιρεία Setur ;

Ποιος διενέργησε την εισαγγελική έρευνα για τη μαρίνα Πυθαγορείου, πότε και για ποιο λόγο;  Ποια η εξέλιξη και ποιο το πόρισμα της έρευνας αυτής;

Απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα ζητά με τοποθέτησή της στο Περιφερειακό συμβούλιο Β. Αιγαίου η Περιφερειακή Κίνηση «Άλλος Δρόμος» με επικεφαλής τον κ. Γεωργούλα. Αυτό όμως δεν αρκεί. Απαιτείται η κινητοποίηση όλων των κατοίκων του νησιού, όχι μόνο για να δοθούν οι απαντήσεις αλλά και για να επιστρέψουν αυτά τα χρυσωρυχεία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Υ.Γ.: Πρόσφατα και μετά τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου μου στην εφημερίδα Σαμιακό Βήμα, έπεσε στην αντίληψή μου επίσημος χάρτης της Τουρκίας, ο οποίος παρουσιάζει ως τουρκικό έδαφος το νησί της Σάμου, χωρίς να προκαλέσει αντιδράσεις  της ελληνικής κυβέρνησης. Ειδικότερα, πρόκειται για επίσημο κυβερνητικό χάρτη της Τουρκίας που παρουσίασε προς ψήφιση πριν ένα μήνα περίπου ο υπουργός του Ερντογάν Καραϊσμαήλογλου με την υποτιθέμενη περιοχή ευθύνης έρευνας και διάσωσης της Τουρκίας που περιλαμβάνει το μισό Αιγαίο. Η απάντηση του ΥΠΕΞ και του κ. Δένδια αφορούσε μόνο τις θαλάσσιες διεκδικήσεις της Τουρκίας, ενώ άφησαν αναπάντητο το γεγονός ότι έδαφος ελληνικής επικράτειας παρουσιάζεται ως τουρκικό σε επίσημο κυβερνητικό χάρτη της Τουρκίας.

Η Ελένη Γ. Γούλα είναι μέλος της Τ.Ο. ΕΠΑΜ Σάμου και μέλος της Περιφερειακής Κίνησης «Άλλος Δρόμος». Το παρόν άρθρο της πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα  Σαμιακό Βήμα στις 21/11/2020 με τίτλο: “Σε ποιον ανήκει η μαρίνα Πυθαγορείου;”

    Αφήστε ένα σχόλιο