Γίνε Μέλος
Ανάλαβε Δράση
Ενίσχυσέ Μας
Ανακοινώσεις
Εκδηλώσεις
Αρθρογραφία
Επικοινωνία
Menu Icon
Layout Image

Το έθνος μου είναι πολύ μικρό δια να διαπράξει τόσον μεγάλη ατιμίαν…

18 Ιουνίου 2018 3:51 ΜΜ

Του Δημήτρη Καζάκη

Αυτό απάντησε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στον Γερμανό πρέσβη όταν το 1915 του ζήτησε η Ελλάδα να διαρρήξει τη συνθήκη με την Σερβία. Η Γερμανία του Κάιζερ εκείνη την εποχή είχε ταχθεί υπέρ της «αυτονομίας της Μακεδονίας». Και ο Βενιζέλος ήξερε πολύ καλά ότι αν η Ελλάδα προδώσει τη Σερβία θα χάσει ότι είχε κερδίσει στους Βαλκανικούς πολέμους.

Οι αντίπαλοί του και κυρίως οι οπαδοί της ξενοκίνητης και ξενόδουλης μοναρχίας, ήταν έξαλλοι που ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός έδινε προτεραιότητα στις σχέσεις με τη Σερβία έναντι των αιτημάτων μιας κραταιάς αυτοκρατορίας. Πού ακούστηκε η Ελλάδα να προτάσσει τις σχέσεις της με ένα έθνος που προορίζεται να γίνει τροφή για τα κανόνια των μεγάλων αυτοκρατοριών της εποχής. Πού ακούστηκε η Ελλάδα να ασκεί δική της διεθνή πολιτική χωρίς να έχει προσαρτηθεί στο άρμα των Μεγάλων Δυνάμεων.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήξερε ότι ο μόνος τρόπος για να περιφρουρήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στην Ήπειρο, την Μακεδονία και τη Θράκη ήταν πρώτα και κύρια μέσα από την τήρηση των συμμαχικών της υποχρεώσεων έναντι της Σερβίας. Κι αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Σερβίας σε όλα τα εδάφη που διεκδικούσαν οι κεντρικές αυτοκρατορίες (Αυστρία και Γερμανία). Συμπεριλαμβανομένων και της περιοχής του Κοσόβου, των Σκοπίων, αλλά και της περιοχής της παλιάς Οθωμανικής Μακεδονίας, που η Συνθήκη του Βουκουρεστίου 1913 είχε κατοχυρώσει υπό την κυριαρχία της Σερβίας.

Στην ελληνική Βουλή της εποχής, απατώντας ο Ελευθέριος Βενιζέλος σ’ όσους διαρρήγνυαν τα ιμάτιά τους ότι η πολιτική του υπέρ της Σερβίας εκθέτει την Ελλάδα στις Μεγάλες Δυνάμεις, έλεγε ότι «…εάν μεγάλα και ισχυρά Κράτη δύνανται και να παραβλέπουν κατά τας περιστάσεις τας εκ των συνθηκών υποχρεώσεις, ο κίνδυνος δι’ αυτά εντεύθεν είναι μικρός. Υπάρχει ισχύς μεγάλη, η οποία ίσως αναπληροί την ηθικήν δύναμιν, αλλά δια Κράτη μικρά, όπως η Ελλάς,… η αθέτησις συμμαχικών υποχρεώσεων θ’ απετέλει δια το Κράτος ατίμωσιν, της οποίας η Ελλάς ως εξ όλης της Ιστορίας της δεν ήτο αξία, ατίμωσιν δε η οποία θα καθίστα το Κράτος τούτο ανίκανον του λοιπού να εκτελέση την ιστορικήν του σταδιοδρομίαν.» (Βίβλος του Ελευθερίου Βενιζέλου, τομ. 6ος, Αθήναι, 1979, σ. 107).

Και συνέχιζε: «Εάν είμεθα, Κύριοι, ικανώς ισχυροί, ώστε αυτοτελώς να χαράσσωμεν πολιτικήν προς κατάπραξιν των εθνικών μας αξιώσεων, θα εδεχόμην να συζητήσω σοβαρώς προς εκείνον, ο οποίος θα μοι έλεγεν ότι η ισχύς είναι υπεράνω του δικαίου και το συμφέρον υπεράνω των υποχρεώσεων. Αλλ’ όταν το Κράτος τούτο είναι μικρόν, συμβαίνει ώστε η τήρησις των ηθικών επιταγών να συμβιβάζεται τελείως προς τα υλικά συμφέροντα, προς τα συμφέροντα τα πολιτικά του Κράτους και να είναι αδιάσπαστος απ’ εκείνων.» (Ό.π.)

Σήμερα, ακόμη και ο κ. Κουτσούμπας εκ Περισσού θεωρεί ότι η Ελλάδα είναι ιμπεριαλιστική χώρα κι επομένως ζητήματα όπως η εθνική κυριαρχία, ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση είναι χωρίς αντικείμενο. Σήμερα είναι αδιανόητο να μιλά κανείς για δίκαιο και υποχρεώσεις της χώρας μας που προκύπτουν από συνθήκες. Προέχει το συμφέρον των ισχυρών με τον πιο απόλυτο και ολοκληρωτικό τρόπο.

Αν ακολουθούσε η ελληνική ιθύνουσα τάξη την εποχή εκείνη την πολιτική Βενιζέλου, δηλαδή την πιστή τήρηση της συνθήκης Ελλάδας-Σερβίας, ίσως η Ελλάδα να απέφευγε τον εθνικό διχασμό. Ίσως η Ελλάδα να απέφευγε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από την Αντάντ με τη δικαιολογία της Γερμανοβουλγαρικής απειλής.

Όμως η ελληνική ολιγαρχία είχε ταχθεί με τον βασιλιά Κωνσταντίνο, προσβλέποντας σε μια γρήγορη νίκη των κεντρικών αυτοκρατοριών. Είχε επενδύσει στα υπερκέρδη της Deutsche Bank, η οποία επιδίωκε διακαώς την «αυτονομία της Μακεδονίας» προς όφελος της Μεγάλης Βουλγαρίας.

Από τον Φεβρουάριο του 1915 ο Κωνσταντίνος καταλύει ουσιαστικά το ισχύον Σύνταγμα του 1911 με απανωτά πραξικοπήματα εναντίον της εκλεγμένης κυβέρνησης του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ο λόγος είναι απλός. Ο Έλληνας πρωθυπουργός μιλούσε «ανευλαβώς» δια την μεγάλη σύμμαχον και κραταιάν Γερμανία, εκθέτοντας την Ελλάδα σε αντίποινα των Μεγάλων. Ο Βενιζέλος έπεφτε διότι δεν συνεμορφώθη προς τας έξωθεν υποδείξεις!

Ο Κωνσταντίνος διακήρυξε την «ουδετερότητα» για την Ελλάδα, αποκηρύσσοντας τις υποχρεώσεις της έναντι της Σερβίας. Η Βουλγαρία και οι βλέψεις της μετατράπηκαν εν μία νυκτί από «προαιώνιοι εχθροί της φυλής» σε προσφιλές κράτος για την ελληνική ολιγαρχία.

Οι Γερμανοί και Βούλγαροι επίσημοι άρχισαν να κατακλύζουν το Παλάτι και οι αυλικοί υπουργοί με ρεβεράντζες, δεξιώσεις και παράτες άρχισαν να καλλιεργούν το κλίμα «συμφιλίωσης». Ο τότε Βούλγαρος μοναρχικός πρωθυπουργός και πράκτορας των Γερμανικών συμφερόντων Ραντοσλάβοφ, έγινε ο προσφιλέστερος από τους πολιτικούς των Βαλκανίων.

Ο σλαβομακεδόνικος πληθυσμός της ελληνικής Μακεδονίας αναγνωριζόταν από το Παλάτι ως βουλγαρικός και οι διεκδικήσεις της Βουλγαρίας ως αντικείμενο διαβούλευσης. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου, μετά την ατιμία της μοναρχικής Ελλάδας προς την Σερβία, είχε πλέον μείνει κενό γράμμα. Όλα ξανά στο τραπέζι. Κάτι που βόλευε τόσο τις κεντρικές αυτοκρατορίες, όσο και τους αγγλογάλλους της Αντάντ.

Οι αργυρώνητες ελληνικές εφημερίδες εκθείαζαν την «ουδετερότητα» του Κωνσταντίνου. Ποτέ ξανά πόλεμος για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Η ατιμία και η προδοσία ως μέσο ειρήνευσης και συμφιλίωσης.

Κι όταν οι Γερμανοβούλγαροι απαίτησαν την είσοδο των στρατευμάτων τους στη Μακεδονία, οι αυλικές κυβερνήσεις και το Παλάτι απάντησαν: βεβαίως, περάστε! Δηλαδή τι θέλετε; Να πάμε σε πόλεμο;

Κι έτσι με εντολή του Παλατιού στις 13 Μαΐου 1916 το οχυρό Ρούπελ παραδόθηκε αμαχητί για να εισέλθουν ανενόχλητα τα στρατεύματα της Γερμανίας και της Βουλγαρίας στη Μακεδονία.
Από κακή όμως συνεννόηση η διαταγή του επιτελείου για την παράδοση του οχυρού δεν έφτασε στην ώρα της κι η ελληνική φρουρά αντιστάθηκε. Το Βερολίνο και η Σόφια δυσαρεστήθηκαν από το επεισόδιο γιατί η ελληνική πλευρά αθετούσε τις συμφωνίες. Αθετούσε τη συμφιλίωση με τη Βουλγαρία.

Αμέσως ο διορισμένος αυλικός πρωθυπουργός Σκουλούδης ζήτησε τηλεγραφικώς και ταπεινά συγνώμη:

«Μόλις επληροφορήθην χθες το επισόδειον, έδωκα αυτοστιγμεί λεπτομερείς οδηγίας εις τα στρατεύματά μας να υποχωρήσουν και να παραδώσουν τα ζητούμενα μέρη. Παρακαλώ εκ των προτέρων τον κύριον Ραδοσλάυωφ να δεχθή να με συγχωρήση δια το επισόδειον. Δεν υπήρξε κακή πρόθεσις, αλλ’ απλών παρεξήγησις.» (Βλ. Γ. Λαμπρινού, Η Μοναρχία στην Ελλάδα, ΠΛΕ, 1965, σ. 98.)

Μην μου πείτε ότι δεν σας θυμίζει Τσίπρα και Χερ Χαρούπογλου, κατά κόσμο Κ. Κοτζιά; Και βέβαια όλα αυτά στο όνομα της ειρήνης, της συμφιλίωσης και της «ουδετερότητας».

Τι διαφορετικό γίνεται σήμερα με την υπογραφή της δήθεν συμφωνίας με τα Σκόπια; Η ίδια λογική «επίλυσης» των διαφορών. Η ίδια πολιτική συμφιλίωσης, που θα οδηγήσει αναγκαστικά στον εθνικό ακρωτηριασμό της Ελλάδας και των Βαλκανίων.

Η πολιτική του Κωνσταντίνου τώρα δικαιώνεται. Για πρώτη φορά μετά την προδοσία του βασιλιά αναγνωρίζεται ξανά η «αυτονομία της Μακεδονίας» και μάλιστα με τη μορφή κυρίαρχου κράτους. Ποδοπατώντας τις υποχρεώσεις της Ελλάδας που απορρέουν από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913. Ποδοπατώντας δηλαδή την υποχρέωση της Ελλάδας να αναγνωρίζει τα Σκόπια ως περιοχή αδιαφιλονίκητης εθνικής κυριαρχίας της Σερβίας. Κανενός άλλου.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ρωτούσε ρητορικά τους αντιπάλους του στη συνεδρίαση της Βουλής της 22ας Σεπτεμβρίου 1915: «δύναται, κύριοι, ν’ αμφισβητηθή ουδ’ επί στιγμήν ότι η στερεά, η ασφαλής βάσις της εξωτερικής, της Εθνικής ημών πολιτικής έπρεπε και πρέπει να είναι η διατήρησις αντί πάσης θυσίας της ισορροπίας, της ισοδυναμίας, ας είπω την λέξιν, της κατασταθείσης δια της συνθήκης του Βουκουρεστίου;»

Οι βασιλόφρονες της εποχής εκείνης απαντούσαν στον Βενιζέλο, ότι ναι, μπορεί να υπάρξει διαφορετική βάσις της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας: η προσκόλληση στα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων. Όσο πιο προσκολλημένη είναι η Ελλάδα στα συμφέροντα των ισχυρών ξένων, όσο βλέπει τα δικά της συμφέροντα ταυτισμένα με τους επικυρίαρχους της Ευρώπης, τόσο καλύτερα για τη χώρα.

Η λογική αυτή – που σήμερα κυριαρχεί σε δεξιά και αριστερά – οδήγησε στον εθνικό διχασμό και τελικά στην εθνική τραγωδία του ελληνισμού της Εγγύς Ανατολής.

Από τότε έγιναν πολλές προσπάθειες να αναθεωρηθούν τα σύνορα στα Βαλκάνια από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Έγιναν πολλές προσπάθειες να χαλαρώσει, να αλλοιωθεί, ή να ακυρωθεί η Συνθήκη του Βουκουρεστίου.

Όμως, όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις υπερασπίστηκαν – λιγότερο ή περισσότερο – τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου ως θεμέλιο λίθο της σταθερότητας και της ασφάλειας στα Βαλκάνια. Αναγνωρίζοντας ότι τυχόν ακύρωση της συγκεκριμένης συνθήκης δεν θα οδηγήσει απλά τα Βαλκάνια σε ολοκαύτωμα, αλλά και την Ελλάδα σε εθνικό ακρωτηριασμό.

Ο θεμέλιος λίθος της Βαλκανικής εξωτερικής πολιτικής από την εποχή του Βενιζέλου αναθεωρήθηκε εκ βάθρων με την αναγνώριση του κράτους των Σκοπίων από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Από τότε ξεκινά η αναθεώρηση των συνόρων όχι μόνο της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και της Ελλάδας με τις «γκρίζες ζώνες» και την ονοματοδοσία των Σκοπίων.

Η υπογραφή στις Πρέσπες φιλοδοξεί να γίνει η χαριστική βολή στη Συνθήκη του Βουκουρεστίου για να ξεκινήσει ένας νέος γύρος εθνικών ακρωτηριασμών. Με επίκεντρο αυτή τη φορά την Ελλάδα.

Η Μακεδονία, η Θράκη, ακόμη και η Ήπειρος βγαίνουν στο σφυρί. Είδατε τι δήλωσε ο Χερ Χαρούπογλου της κυβέρνησης Τσίπρα; Ελπίζει να κλείσει τη συμφωνία με την Αλβανία πριν φύγει για διακοπές! Πάντα κατά τις εντολές του Φον Τζίφρεν.

Μόνο που σήμερα οι καρικατούρες αυτές του καλού ελληνικού κινηματογράφου μιας άλλης εποχής, έχουν πάρει σάρκα κι οστά για να κυβερνήσουν την Ελλάδα με τους ίδιους όρους που την κυβέρνησε κι ο προδότης βασιλιάς το 1915. Μόνο που σήμερα το όχημα για την αναδιάταξη των συνόρων προς το συμφέρον των αποικιοκρατών δεν είναι η Μεγάλη Βουλγαρία, όπως την εποχή του εθνικού διχασμού, αλλά η Μεγάλη Αλβανία υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του Ε.ΠΑ.Μ.

 

    Αφήστε ένα σχόλιο